Δρ. Στρατή Αναγνώστου, ιστορικού
Σύμφωνα με το οθωμανικό κατάστιχο απογραφής του 1548, η Τσιχράντα ήταν ένα χωριό, που διέθετε 175 χριστιανικές φορολογικές εστίες, δηλ. 91 οικογένειες (hane), 69 άγαμους, 15 χήρους/χήρες, καθώς και 3 έγγαμους μουσουλμάνους. Αν θεωρήσουμε, όπως προτείνουν οι ειδικοί της περιόδου, ότι οι φορολογικές εστίες της εποχής αποτελούνταν από 4 με 5 μέλη, τότε προκύπτει ότι ο συνολικός πληθυσμός της Τσιχράντας ήταν περίπου 500 με 600 κάτοικοι.
Στο συγκεκριμένο κατάστιχο του 1548 καταγράφονται επίσης όλα τα ονόματα (και ορισμένα επίθετα) των φορολογούμενων κατοίκων της Τσιχράντας. Tα περισσότερα είναι ευανάγνωστα, όμως υπάρχουν και κάποια που δεν μπορούν να αποδοθούν με βεβαιότητα, λόγω της συλλαβικής αραβικής γραφής, που χρησιμοποιούσαν τότε οι Οθωμανοί. Από τα ονόματα αυτά μπορούμε να ξεχωρίσουμε τα: χήρα Κομνηνή, χήρα Βατάτζαινα, γιος Παλαιολόγου και Ανδρόνικος Σπάθης. Πρόκειται για ονόματα, που παραπέμπουν άμεσα στο σχετικά πρόσφατο βυζαντινό παρελθόν της Λέσβου, αφού είναι γνωστό ότι το νησί είχε καταληφθεί από τους Οθωμανούς το 1462, δηλ. μόλις 86 χρόνια πριν από τη σύνταξη του απογραφικού αυτού καταστίχου.
Στο ίδιο κατάστιχο καταγράφεται και η φορολογία των κάτωθι προϊόντων, που παρήγαγε στα μέσα του 16ου αιώνα η Τσιχράντα: σιτάρι (547 κοιλά [1]), κριθάρι (97 κοιλά), κουκιά (85 κοιλά), σύκα (70 κοιλά), ελιές (126 κοιλά), καρύδια (12 κοιλά), σουσάμι (3 κοιλά), ρεβίθια (3 κοιλά), φασόλια μαυρομάτικα (106 κοιλά), λινάρι (131 ser [2]), βαμβάκι (192 ser) μούστος (919 medre [3]) και κουκούλια (59 lidre [4]).
Επίσης καταγράφονται φόροι περιβολιών, λαχανόκηπων και κρεμμυδιών, γουρουνιών, κυψελών μελισσών, ψαριών και βαλανιδιών. Τέλος καταγράφεται φορολογία για τη λειτουργία 9 νερόμυλων και 4 ελαιόμυλων.
Οι παραπάνω καταγραφές είναι πολύ σημαντικές, γιατί διαπιστώνεται με λεπτομέρειες η αγροτική παραγωγή της Τσιχράντας και γενικότερα όψεις της τοπικής οικονομίας στα μέσα του 16ου αιώνα. Αξίζει τον κόπο να επισημανθεί ότι η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση της εποχής επέβαλε τόσο στην Τσιχράντα όσο και σε ολόκληρο το νησί την αυτοκαταναλωτική οικονομία. Άλλωστε δεν είχε ακόμα επιβληθεί στη Λέσβο η μονοκαλλιέργεια της ελιάς και δεν είχε συντελεσθεί η αναγκαστική μετατροπή καλλιεργήσιμων εκτάσεων σε ελαιώνες.
Η Φίλια δεν καταγράφεται ως οικισμός στο κατάστιχο του 1548. Η πρώτη αναφορά του τοπωνυμίου Φίλια καταγράφεται σε οθωμανικά δικαιοπρακτικά έγγραφα του 1564 και του 1572, που βρίσκονται στο αρχείο της μονής Λειμώνος. Συγκεκριμένα στα παραπάνω έγγραφα γίνεται λόγος για την οδό, που οδηγεί προς τη Φίλια, χωρίς να διευκρινίζεται αν η Φίλια είναι ήδη ένας συγκροτημένος οικισμός.
Η Φίλια για πρώτη φορά καταγράφεται ως οικισμός στο οθωμανικό φορολογικό κατάστιχο του 1581, που είναι δεν είναι τόσο λεπτομερές όσο το αντίστοιχο του 1548. Στο κατάστιχο του 1581 καταγράφεται η φορολογία του χωρίου Τσιχράντα ή άλλο όνομα Φίλια. Πρόκειται για μια από τις αρκετές διπλές ονομασίες, που καταγράφονται στα οθωμανικά φορολογικά απογραφικά κατάστιχα του 16ου αιώνα. Όπως εύστοχα υποστηρίζεται από τους ειδικούς επιστήμονες, η καταγραφή του τύπου: Οικισμός Α ή άλλη ονομασία, Οικισμός Β υπονοεί μετακίνηση πληθυσμού από τον Οικισμό Α στον Οικισμό Β, αφού ο φορολογικός μηχανισμός της περιόδου απαιτούσε τον εντοπισμό των κατοίκων κατά τακτά χρονικά διαστήματα, προκειμένου να τους επιβληθούν οι κατά καιρούς φόροι.
Ο 16ος αιώνας είναι μια εποχή, κατά την οποία παρατηρούνται αθρόες μετακινήσεις πληθυσμών εντός του νησιού. Σε ένα δίκτυο, που αποτελείται από 159 πόλεις και χωριά, άλλοι οικισμοί ερημώνονται, άλλοι συρρικνώνονται κι άλλοι μεγεθύνονται. Τα αίτια των εσωτερικών μετακινήσεων πρέπει να αναζητηθούν, κατά τη γνώμη μου, στις συχνές επιδημίες/λοιμούς που βρίσκονταν σε έξαρση την εποχή εκείνη, αλλά και στις πειρατικές επιδρομές, που ανάγκαζαν τους κατοίκους να μεταφέρουν τη μόνιμη κατοικία τους από τα παράλια του νησιού προς τα ενδότερα.
Όμως το κύριο αίτιο αυτών των μετακινήσεων των κατοίκων του νησιού, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν χριστιανοί, είναι η αναζήτηση νέων χώρων εργασίας, όπως τις επέβαλε το διαρκώς μεταβαλλόμενο τιμαριωτικό οθωμανικό σύστημα της εποχής.
Συγκεκριμένα το οθωμανικό κράτος παραχωρούσε εκτεταμένες καλλιεργήσιμες εκτάσεις γης (τιμάρια) σε αξιωματούχους ως ανταμοιβή των στρατιωτικών τους υπηρεσιών. Οι τιμαριούχοι αυτοί είχαν ως κύρια πηγή του εισοδήματός τους την είσπραξη της φορολογίας από τους κατοίκους της περιοχής, οι οποίοι εργάζονταν, κατά κανόνα, στα τιμάρια. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Τσιχράντας, η οποία ήταν το 1548 ένα πλούσιο χωριό, που απέδιδε φορολογική πρόσοδο 18.105 άσπρα (akçe) και είχε παραχωρηθεί από τον Σουλτάνο ως κοινό τιμάριο σε 17 υπερασπιστές του κάστρου της Μυτιλήνης.
Συνεπώς μεταξύ των ετών 1548 και 1581 οι κάτοικοι της Τσιχράντας εγκαταλείπουν το παράλιο χωριό και ιδρύουν το μεσόγαιο οικισμό της Φίλιας. Σύμφωνα με το οθωμανικό φορολογικό κατάστιχο του 1581 η Φίλια είχε 197 φορολογικές εστίες, δηλ. 800 – 1.000 περίπου κατοίκους, έχοντας αυξήσει τον πληθυσμό της σε σχέση με τον πληθυσμό της Τσιχράντας. Η Φίλια απέδιδε το 1581 φορολογική πρόσοδο 22.900 άσπρα (akçe), αυξημένη σε σχέση με την αντίστοιχη πρόσοδο της Τσιχράντας. Όπως συνέβη και στην Τσιχράντα, οι εκμεταλλεύσιμες εκτάσεις της Φίλιας είχαν παραχωρηθεί από τον Σουλτάνο ως κοινό συνεταιρικό τιμάριο σε υπερασπιστές του κάστρου του Μολύβου.
Την περίοδο 1618-1621, ο μητροπολίτης Μηθύμνης Γαβριήλ Σουμαρούπα, σε χειρόγραφο κείμενό του με τίτλο «Περιγραφή της Λέσβου» αναφέρει ότι η Φίλια είχε 60 χριστιανικά σπίτια και 20 μουσουλμανικά και έναν χριστιανικό ναό, του αγίου Γεωργίου. Προσθέτει, μάλιστα, ότι «ο τόπος είναι αγαθός», σε αντίθεση με άλλα μικτά χωριά της μητρόπολής του, στα οποία οι σχέσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων χαρακτηρίζονται κάκιστες από τον ίδιο μητροπολίτη. Αν συγκρίνουμε τον αριθμό των κατοίκων της Φίλιας την περίοδο 1618-1621 με αυτόν του 1581, διαπιστώνεται ότι η Φίλια μέσα σε 40 χρόνια έχασε, για άγνωστους σε μας λόγους, το 58% περίπου του πληθυσμού της.
Τέλος, το γεγονός ότι ο ναός του χωριού και το 1618-1621 και σήμερα τιμάται στη μνήμη του αγίου Γεωργίου, ενισχύει την άποψη ότι η Φίλια των τελών του 16ου μ.Χ και των αρχών του 17ου αιώνα, βρισκόταν στην ίδια θέση, που βρίσκεται και σήμερα.
Βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε
- Αναγνώστου Στρατής,Η οικιστική εξέλιξη της Λέσβου (1462-1912). Η μετάβαση από την αγροτική συγκρότηση του χώρου στην αστική διάρθρωσή του, Μυτιλήνη 2004 (Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, που εκπονήθηκε στο Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστήμιου Αιγαίου). http://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/22677
- Καμπουρίδης Κωνσταντίνος, Η Λέσβος τον 16ο αιώνα. Οικονομία και πληθυσμός. Το οθωμανικό κατάστιχο απογραφής του 1548, Θεσσαλονίκη 2016.
- Καρυδώνης Σταύρος, Τα εν Καλλονή της Λέσβου ιερά σταυροπηγιακά πατριαρχικά μοναστήρια του αγίου Ιγνατίου, αρχιεπισκόπου Μηθύμνης, Κωνσταντινούπολη 1900.
- Φουντούλης Ιωάννης, Η «Περιγραφή της Λέσβου» του μητροπολίτου Μηθύμνης Γαβριήλ Σουμαρούπα (1618-24/2/1621), Μυτιλήνη 1993.
[1] 1 κοιλό = 25 περίπου σημερινά κιλά
[2]1 ser = 74, 24 γραμμ.
[3] Μονάδα μέτρησης υγρών.
[4] Μονάδα μέτρησης δεκάτης από το κουκούλι.