Σάββα Κ. Κωφόπουλου – Στρατή Ι. Αναγνώστου
Κοινή είναι η αντίληψη όλων των ασχολουμένων με τα τοπικά νομίσματα ανάγκης που κυκλοφόρησαν από διάφορες κοινότητες στις τελευταίες δεκαετίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ότι ελάχιστα απ’ αυτά έχουν διασωθεί.
Ειδικά τα κατασκευασμένα από χαρτί ή χαρτόνι, λόγω του φθαρτού του υλικού τους είναι ακόμα σπανιότερα. Έτσι κάθε φορά που η έρευνα και πολλές φορές η τύχη κάποιου ερευνητή ανακαλύψει κάποιον καινούργιο τύπο από «μπιλιέτα», αυτό θεωρείται γεγονός άξιο δημοσίευσης, εφόσον έρχεται να προσθέσει νέα στοιχεία στο ιδιότυπη αυτό κομμάτι της νομισματικής μας ιστορίας.
Τύχη λοιπόν αγαθή μας οδήγησε στον εντοπισμό νέων τύπων «μπιλιέτων» που προέρχονται από τη Λέσβο. Το νησί της Μυτιλήνης κατέχει αναμφισβήτητα τα πρωτεία στην καταγραφή, αν όχι και στην κυκλοφορία τοπικών νομισμάτων ανάγκης. Όμως δεν είμαστε σε θέση ακόμα να αποδώσουμε το γεγονός σε κάποια ιδιαιτερότητα της περιοχής ή απλώς στην εντονότερη ενασχόληση ερευνητών με τον τόπο αυτόν.
Το πρώτο από τα νέα «μπιλιέτα» που παρουσιάζουμε εδώ, προέρχονται από το χωριό Φίλια που βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα της Λέσβου, 51 χιλιόμετρα ΒΔ της πόλης της Μυτιλήνης. Το χωριό αναφέρεται τον 17ο αιώνα με «οίκους χριστιανών εξήκοντα, Αγαρηνών έως είκοσι, εκκλησίαν μίαν, του Αγίου Γεωργίου. Τόπος ουκ αγαθός» [1]. Το 1894 είχε 420 σπίτια, από τα οποία τα 320 χριστιανικά και εκκλησία αφιερωμένη στον Ταξιάρχη.[2] Το 1909 είχε 480 οικογένειες, από τις οποίες οι 120 μουσουλμανικές [3] και το 1911 500 οικίες, από τις οποίες οι 120 μουσουλμανικές [4]. Σήμερα κατοικείται από 300 περίπου κατοίκους.
Τα μπιλιέτα της Φίλιας παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί έρχονται να προσθέσουν νέα στοιχεία για την κυκλοφορία των ιδιότυπων αυτών νομισμάτων. Πρόκειται για μπιλιέτα με τα εξής στοιχεία :
Πρόσθια όψη : Παράδες δέκα , 10, ΣΧΟΛΩΝ ΦΙΛΙΑΣ Μετζίτιον Γρ. 33 , Λέσβος 1880 , Καλόν τω φέροντι.
Οπίσθια όψη : Κυκλική σφραγίδα με επιγραφή Εφορία Σχολών Φίλιας 1879 και χειρόγραφο το όνομα Γ. Καραγιαννόπουλος
Χρώμα κίτρινο ανοιχτό, διαστάσεις 5χ4 εκ. περίπου. Αριθμός ευρεθέντων μπιλιέτων 8.
Notgeld (parades). Foto: Museum Filia
- Πρόσθια όψη : Παράδες είκοσι , 20, ΣΧΟΛΩΝ ΦΙΛΙΑΣ Μετζίτιον Γρ. 33, Λέσβος 1880 , Καλόν τω φέροντι.
- Οπίσθια όψη : Ομοίως
- Χρώμα μοβ, διαστάσεις 5χ4 εκ. περίπου. Αριθμός ευρεθέντων μπιλιέτων 12.
- Πρόσθια όψη : Παράδες ογδόντα, 80, λοιπά στοιχεία ομοίως
- Οπίσθια όψη : Ομοίως
- Χρώμα ροζ , διαστάσεις 5χ4 εκ. περίπου. Αριθμός ευρεθέντων μπιλιέτων 4.
Πρόσθια όψη : Παράδες δέκα , 10, ΣΧΟΛΩΝ ΦΙΛΙΑΣ Μετζίτιον Γρ. 33 , Λέσβος 1888 , Καλόν τω φέροντι.
Οπίσθια όψη : Κενή
Χρώμα πρόσθιας όψης πράσινο ανοιχτό και οπίσθιας λευκό. Ευρέθη ένα μονοκόμματο τυπογραφικό «φύλλο» διαστάσεων 18χ12 εκ. αποτελούμενο από 8 μπιλιέτα
Πρόσθια όψη : Παράδες είκοσι , 20, ΣΧΟΛΩΝ ΦΙΛΙΑΣ Μετζίτιον Γρ. 33 , Λέσβος 1888 , Καλόν τω φέροντι.
Οπίσθια όψη : Κενή
Χρώμα πρόσθιας όψης κίτρινο ανοιχτό και οπίσθιας λευκό. Ευρέθη ένα μονοκόμματο τυπογραφικό «φύλλο» διαστάσεων 18χ12 εκ. αποτελούμενο από 8 μπιλιέτα
Τα μέχρι τώρα γνωστά μπιλιέτα απ’ όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία αφορούσαν σε αξίες των 5, 10, 20 και 40 παράδων, πράγμα λογικό, αφού και τα μέχρι τότε «επίσημα» χάλκινα νομίσματα σε παράδες είχαν τις αντίστοιχες αξίες. Εδώ βλέπουμε όμως ένα μπιλιέτο, αρκετά πρώιμο, του 1880, να έχει αξία 80 παράδων (δηλ. δύο χάλκινων γροσίων), που αντίστοιχό του δεν προϋπήρχε. Υπήρχε βέβαια νόμισμα των δύο γροσίων, αλλά ασημένιο πού αντιστοιχούσε σε 80 παράδες ( λογιστικές).
Είναι επίσης, απ’ ό,τι είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, η πρώτη φορά που βρίσκονται μπιλιέτα σε τυπογραφικά «φύλλα», δηλαδή σε μορφή πριν τεθούν σε κυκλοφορία και γι’ αυτό ασφράγιστα και ανυπόγραφα.
Τόσο η επιγραφή όσο και η σφραγίδα δηλώνουν ότι εκδότης τους ήταν τα σχολεία του χωριού. Αντίστοιχα μπιλιέτα με εκδότη σχολείο γνωρίζουμε να προέρχονται μόνο από την Κωνσταντινούπολη και ειδικότερα από τα σχολεία του Κοντοσκαλίου, των Αγίων Θεοδώρων Βλάγκας, της Αρετζούς και ένα στα γαλλικά από τον Γαλατά.[5]
Το 1880, έτος έκδοσης των υπ’ αριθ. 1, 2 και 3 μπιλιέτων η Φίλια διαθέτει, σύμφωνα με δημοσίευμα του περιοδικού «Σαπφώ», ένα αλληλοδιδακτικό (δημοτικό) σχολείο και ένα «ελληνικό» ή ημισχολαρχείο.[6] Ως το 1894 θα ιδρυθεί επίσης και ένα Παρθεναγωγείο.[7] Έφορος των σχολείων και δημογέροντας της Φίλιας επί σειρά ετών, καθώς και «κυριότατος παράγων και μόνος στυλοβάτης της κοινότητος» ήταν ο έμπορος Γεώργιος Καραγιαννόπουλος, ο οποίος και υπογράφει χειρογράφως τα παραπάνω μπιλιέτα, γεγονός που έδινε πίστη στην κυκλοφορία τους. Στη νεκρολογία του Καραγιαννόπουλου τονίζεται ιδιαίτερα η προσφορά του στα εκπαιδευτικά πράγματα του χωριού. Ως επιτεύγματά του προβάλλονται ειδικά η ίδρυση σχολικών ταμείων (από τα οποία πρωτίστως μισθοδοτούνταν οι δάσκαλοι της εποχής), η ανακαίνιση εκ βάθρων του αρρεναγωγείου (δημοτικού σχολείου αρρένων) και η ίδρυση παρθεναγωγείου.[8] Πρέπει συνεπώς να υποθέσουμε πως τα παραπάνω μπιλιέτα της Φίλιας σχετίζονταν άμεσα με τα παραπάνω επιτεύγματα του Καραγιαννόπουλου και φαίνεται ότι εξυπηρέτησαν με επιτυχία τις εκπαιδευτικές ανάγκες του χωριού.
Από το χωριό αυτό δεν μας είναι γνωστές άλλες μορφές «νομισμάτων ανάγκης», όπως κοντραμάρκες ή «τσιγκάκια».
Τελευταία δημοσιεύθηκε και ένα άλλο μπιλιέτο από το χωριό Άγρα της Λέσβου [9]. Το χωριό βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νησιού και απέχει από τη Μυτιλήνη 70 χιλιόμετρα. Το 1881 κατοικούνταν από 240 χριστιανικές και 80 μουσουλμανικές οικογένειες.[10] Σήμερα (1991) ο πληθυσμός του ανέρχεται στους 1049 κατοίκους Το 1881 κατοικούνταν από 240 χριστιανικές και 80 μουσουλμανικές οικογένειες.[11] Σήμερα (1991) ο πληθυσμός του ανέρχεται στους 1049 κατοίκους. Πρόκειται για μπιλιέτα χρώματος γαλάζιου και διαστάσεων 4Χ3,5 εκ. με τα εξής στοιχεία. ΕΚ. ΑΓΡΑΣ , Άγιος Δημήτριος , Παράδες σαράντα , 40 , ( και οθωμανικά) , Μετζ 33. 1887. Καλόν τω φέροντι , Μόνον δια την Εκκλησίαν.
Στην Άγρα αποδίδονται επίσης δύο κοντραμάρκες [ Α Γ] και [Α.Γ] [12].
Η Αγία Μαρίνα είναι ένα χωριό της Λέσβου, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 7, 3 χιλιομέτρων νοτίως της Μυτιλήνης. Το 1881 διέθετε 220 χριστιανικά σπίιτα και ένα αλληλοδιδακτικό σχολείο.[13] Ερευνώντας τον Κώδικα της Εκκλησίας της Αγίας Μαρίνας του ομωνύμου χωριού [14], εντοπίσαμε πληροφορίες για τα τοπικά μπιλιέτα. Στον ισολογισμό του έτους 1888 αναγράφεται: Δούναι :Όσα από νομισματικήν διαφοράν …Γρ. 70 Λαβείν : Όσα εις έξοδα χαρτονομίσματος και νομισματικήν διαφοράν …Γρ. 96,20. Στον ισολογισμό από 30/3/1889 μέχρι 30/11/1891 αναγράφεται: Λαβείν: Οσα εις χαρτονόμισμα καταστάν άχρηστον …Γρ. 1004. Στον ισολογισμό από 20/7/1905 έως 12/11/1908: Δούναι : Χαρτονόμισμα …γρ. 2490 Λαβείν : υπόλοιπον εις χαρτονόμισμα …γρ. 1125.Στον ισολογισμό από 9/11/1908 έως 19/12/1910 : Δούναι : Χαρτονόμισμα κοπέν …Γρ. 2945 Λαβείν Χαρτονόμισμα καέν …3057.75. [Στην ίδια σελίδα ]Τη 2 Φεβρουαρίου 1911 εκάη χαρτονόμισμα αξίας Γρ 2867
Ο Αφάλωνας είναι ένα χωριό που βρίσκεται σε απόσταση 7 χιλιομέτρων βόρεια της Μυτιλήνης. Το 1840 κατοικείται από 109 χριστιανικές οικογένειες, το 1881 από 149 και το 1908 από 220. Σήμερα κατοικείται από 500 περίπου κατοίκους. Ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αναφέρεται από το 1768, ενώ το σημερινό οικοδόμημα κτίσθηκε το 1914.[15] Από τον κώδικα της εκκλησίας [16] πληροφορούμαστε πως και σ’ αυτό το λεσβιακό χωριό κυκλοφόρησαν μπιλιέτα. Συγκεκριμένα στη σελίδα 74 και στον ισολογισμό του ναού από 10-5-1886 ως 19-11-1888 υπάρχει η καταγραφή: Εκ χαρτονομίσματος γρ. 3.014,80 . Στη σελίδα 76 και στον ισολογισμό από 19-11-1888 ως 2-11-1891 η καταγραφή: Εκ χαρτονομίσματος τεθέντος εις κυκλοφορίαν γρ. 1371 χαρτονομίσματος γρ. 3.014,80 . Στις σελίδες 78 & 79 και στον ισολογισμό από 8-11-1891 ως 12-12-1893 υπάρχουν αντίστοιχα οι καταγραφές: Εκ χαρτονομίσματος τεθέντος εις κυκλοφορίαν γρ. 1000 και: Όσα μας δεικνύει υπόλοιπον χαρτονομίσματος, ευρισκομένου εις διαφόρους ίνα πληρώσωσι κατά το βιβλίον του 261, γρ. 8.353,30. Στη σελίδα 84 και στον ισολογισμό από 4-12-1893 ως 7-2-1899 υπάρχει η καταγραφή: Από χαρτονόμισμα γρ. 10.387. Τέλος στη σελίδα 90 και στον ισολογισμό από 26-10-1900 ως 9-4-1906 υπάρχει η καταγραφή: Δι’ εξαργύρωσιν χαρτονομίσματος γρ. 3.374,10
Γνωστές είναι επίσης και οι κοντραμάρκες του Αφάλωνα με την επισήμανση ΑΦΑΛ.[17] Στον εν λόγω κώδικα της εκκλησίας και στη σελίδα 71 υπάρχουν οι εξής δύο καταγραφές που αφορούν τον ισολογισμό από 7-12-1880 ως 5-2-1884: Και παρά του αυτού εις χαλκόν γρ. 55, καθώς και: Εξαργύρωσιν χαλκού γρ. 112, 30. Οι υπάρχουσες όμως καταγραφές του κώδικα και ειδικά ο μικρός αριθμός γροσίων των παραπάνω καταγραφών, δεν μας παρέχουν σαφείς ενδείξεις για το αν οι κοντραμάρκες του Αφάλωνα τέθηκαν σε κυκλοφορία από την εκκλησία του χωριού. Φαίνεται πιθανότερο να εκδόθηκαν από τη δημογεροντία του Αφάλωνα.
Σαφή, πλην όμως προφορική πληροφορία, έχουμε και για το μπιλιέτα του χωριού Μόρια, το οποίο έχει εκδοθεί από την εκκλησία του Αγ. Βασιλείου, που είναι μια από τις δυο εκκλησίες του χωριού. Η πληροφορία προέρχεται από τον δικηγόρο-ιστορικό Π. Αργύρη, κάτοικο του χωριού, ο οποίος μας ανέφερε ότι κατέχει ένα τέτοιο μπιλιέτο, χωρίς να σταθεί δυνατό να το δούμε.
Τέλος συγκεχυμένες πληροφορίες υπάρχουν και για τα μπιλιέτα της Ερεσού, τα οποία φέρεται να εξεδόθησαν από την εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, που είναι μία από της τρεις εκκλησίες του χωριού.[18]
Στη Λέσβο κυκλοφόρησαν μπιλιέτα και κατά την διάρκεια της Κατοχής. Γνωστά και δημοσιευμένα είναι τα μπιλιέτα της Εκκλησίας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο χωριό Πέτρα[19]. Στον Κώδικα της Εκκλησίας αυτής υπάρχει καταγεγραμμένη η πράξη «Περί εκδόσεως χαρτονομισμάτων», η οποία έχει ως εξής : «Εν Πετρα και εν τω εκκλησιαστικώ γραφείω σήμερον Τρίτην ( 3ην ) τού μηνός Αυγούστου του έτους 1942 ημέραν Δευτέραν και ώραν 5μμ. Η Ενοριακή Επιτροπεία Ι.Ν.Πέτρας Συγκειμένη εκ του προέδρου αυτής ιερέως π.Ζαφείρογλου και των μελών Σπ.Τσακυρέλλη, Ι.Χιωτέλλη, Γ.Δήμου και Β.Κομνηνού – Συνήλθεν εις έκτακτον συνεδρίασιν και έχουσα υπ΄οψει την μεγάλην έλλειψιν μικρών χαρτονομίσμάτων (κερμάτων) και την δύσκολον συναλλαγήν της εκκλησίας – Διασκεψαμένη αποφαίνεται ομοφώνως όπως εκδόση και θέση εις κυκλοφορίαν μαρκες έντυπες της Εκκλησίας των 5 δρχ 1000 ηριθμημένας απο 1-1000 ,των 10 δρχ 2000 ηριθμημένας απο 1-2000 και των 20 δρχ 2000 ηριθμηνένας απο 1-2000, ήτοι εν όλω αξίας δρχ 65000 χιλ. – Εγένετο απεφασίσθη και υπεγράφη αυθημερόν
Ο πρόεδρος π. Ζαφείρογλου – Τα μέλη μελών Σ.Τσακυρέλλης, Ι.Χιωτέλλης, Γ.Δήμου και Β.Κομνηνος»
Ένα άλλο μπιλιέτο, κατά πάσα πιθανότητα κατοχικό, προέρχεται από την Εκκλησία του Αγ. Θεράποντος της Μυτιλήνης. Είναι χρώματος πορτοκαλί, έχει διαστάσεις 4Χ4 εκ. και στην πρόσθια όψη αναγράφει : Ιερά Εκκλησία Αγίου Θεράποντος Δρ.2 ενώ στη οπίσθια φέρει την σφραγίδα της Εκκλησίας με χρονολογία 1922.
Τέλος εντοπίσαμε και ένα ιδιωτικό μπιλιέτο πιθανώς
δοκίμιο. Σε χαρτί κρεμ, διαστάσεων 14Χ8,5 εκ., στην πρόσθια όψη του
οποίου αναγράφονται : Αριθ. Χ0001 – Δραχμαί Χιλιαι – Δρ 1000 – Πληρωτέαι άμα τη
εμφανίσει εις τον φέροντα υπό της Ανωνύμου Κτηματικής Βιομηχανικής και Εμπορικής Εταιρείας
Π.Μ.Κουρτζης ΑΕ – Εν Μυτιλήνη τη 8 Νοεμβρίου 1942 – Π.Μ.ΚΟΥΡΤΖΗΣ ΑΕ –Δρ
1000-.Στο κέντρο υπάρχει η σφραγίδα της εταιρείας με τα αρχικά P M C και αριστερά η
σφραγίδα της εταιρείας των Κουρτζήδων, την οποία κατά το ως άνω χρονικό
διάστημα διηύθυνε ο Μίτσας Πάνου Κουρτζής (1884-1944) Στην οπίσθια όψη αναγράφονται : Δρ 1000 –
Γραμμάτιον πληρωμής προσωπικού Π.Μ.Κουρτζης ΑΕ – ΤΟ ΠΑΡΌΝ ΓΡΑΜΜΆΤΙΟΝ ΕΞΟΦΛΕΊΤΑΙ
ΥΠΟ ΤΗΣ Εταιρείας άμα τη εμφανίσει με Δρ. 1000. Στο μέσον φέρεται
άλλη σφραγίδα της Εταιρείας.
[1] Ιωάννη Φουντούλη, Η περιγραφή της Λέσβου του Μητροπολίτου Μηθύμνης Γαβριήλ Σουμαρούπα ( 1618-1621), Μυτιλήνη 1993, σελ. 34
[2] Γ. Αρχοντόπουλου, Λέσβος ή Μυτιλήνη, ήτοι συνοπτική ιστορία πασών των πόλεων, κωμοπόλεων και χωρίων, Μυτιλήνη 1894, σελ. 77
[3] Οικ. Σ. Τάξη , Συνοπτική ιστορία και τοπογραφία της Λέσβου, Κάιρο 1909, σελ. 132
[4] Εμμ. Μουχτούρη, Ιστορία και τοπογραφία της νήσου Λέσβου, Σμύρνη 1911
[5] Βλπ. Α. Τζαμαλή, «Χάρτινες εκκλησιαστικές μάρκες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία», χ.χ., ανάτυπο από το πρδ «Συλλέκτης», τεύχ. 46-50, σελ. 31
[6] [Γ. Αρχοντόπουλου], «Λεσβιακά. Επαρχία Μηθύμνης», πρδ. Σαπφώ (Μυτιλήνης), τεύχος 10, Οκτώβριος 1881, σελ. 219.
[7] Γ. Αρχοντόπουλου, Λέσβος ή Μυτιλήνη, ήτοι συνοπτική ιστορία πασών των πόλεων, κωμοπόλεων και χωρίων, Μυτιλήνη 1894, σελ. 77.
[8] Ο Γ. Καραγιαννόπουλος, ένας από τους κυριότερους οικονομικούς παράγοντες της Φίλιας της εποχής εκείνης, ασχολήθηκε κυρίως με το εμπόριο ελαιολάδου, βαλανιδιών και καπνού. Βλπ. σχετικά τη νεκρολογία που απέστειλε στις 7-11-1922 ανώνυμος από τη Φίλια στην εφ. Σάλπιγξ (Μυτιλήνης), αρ.3414, 11-11-1922.
[9] Βλπ άρθρο Ιωάννη Τριανταφύλλου, «Άγρα Λέσβου» , στην εφ. Αίολος, φ. 7, Σεπτ. 1999, σελ.9 και του ιδίου Άγρα Λέσβου, Τόμ. Α΄, Αθήνα 2000, σελ.219-220. Δεν αναφέρεται όμως τίποτα για την οπίσθια όψη..
[10] [Γ. Αρχοντόπουλου], «Λεσβιακά. Επαρχία Μηθύμνης», πρδ. Σαπφώ (Μυτιλήνης), τεύχος 10, Οκτώβριος 1881, σελ. 174.
[11] [Γ. Αρχοντόπουλου], «Λεσβιακά. Επαρχία Μηθύμνης», περ. Σαπφώ (Μυτιλήνης), τεύχος 8, Αύγουστος 1881, σελ. 174.
[12] Βλπ. H.Wilski «Countermarks on the Ottoman coins” Gutersloh,Germany 1995 , G 1-14 και G 1-15 σελ 182
[13][Γ. Αρχοντόπουλου], «Λεσβιακά. Επαρχία Μυτιλήνης», περ. Σαπφώ (Μυτιλήνης), τεύχος 8, Αύγουστος 1881, σελ. 147.
[14] «Κώδιξ της Εκκλησίας Αγίας Μαρίνης», χργφος κώδικας της εκκλησίας του χωριού Αγία Μαρίνα. Αριθμημένα 183 φύλλα με δοσοληψίες και συμβολαιογραφικές πράξεις της εκκλησίας από το 1800 μέχρι το 1916.
[15] Βλπ. Στρατή Αναγνώστου, «Συνοπτική ιστορία του Αφάλωνα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, σύμφωνα με τα στοιχεία του κώδικα και των λυτών εγγράφων της εκκλησίας του χωριού», Λεσβιακά, Τομ ΙΗ΄, Μυτιλήνη 2000, σελ. 41-87.
[16] «Κόνδικας της εκκλησίας της Υπεραγίας Θεοτόκου του Αφάλωνος 1828 (αωκη΄) α΄ Μαρτίου περιέχον εσοδα και έξοδα της αυτής εκκλησίας ομού και μούλκια και ιερά σκεύη». Ο κώδικας αρχίζει το 1828 και τελειώνει το 1907.
[17] Βλπ Γ. Γεωργιόπουλου, «Τοπικά νομίσματα ανάγκης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία», πρδκ Collectio, αρ. 3, σελ. 18-21. Επίσης H. Wilski, «Countermarks…” ό.π σελ.183, G 1-77.
[18] Μέχρι στιγμής έχουν δημοσιευθεί μπιλιέτα ή στοιχεία γι΄ αυτά από τα εξής χωριά της Λέσβου: Μυτιλήνη, Αγιάσος, Αφάλωνας, Ασώματος, Πολιχνίτος, Ερεσός, Λουτρά, Μόρια, Πέραμα (ιδιωτικά εργοστασίου), Παμφιλα, Πλακάδος, Σκόπελος, Ακράσι, Άγρα.
[19] Α. Λιναρδάκη, «Τα Χαρτονομίσματα της Κατοχής 1941-44 /Χάρτινα κέρματα Εκκλησιών», πρδκ Συλλεκτικός Κόσμος, Φεβρ. 1982.